Ο αόρατος δράκος και η μαγική ασπίδα

 

Μια φορά κι έναν καιρό παραμύθι αρχινώ. Μην το πάρετε για πλάκα ούτε και στα σοβαρά, στη μεγάλη πολιτεία είχε πέσει καταχνιά. Φτάσαν άσχημα μαντάτα και χαμπέρια ζοφερά, δράκος μαύρος, αιμοβόρος σίμωνε γοργά - γοργά. Λέγαν είχε ξεκινήσει από την Ανατολή, έσπερνε φωτιές και τρόμο σε ολάκερη τη γη. Κάποιοι είπαν δύο κεφάλια ότι είχε το θεριό, κάποιοι άλλοι όμως είπαν πως το λένε κορονοϊό! Έτσι έφτασε στην πόλη ο αόρατος εχθρός, στα σοκάκια της γυρνούσε ύπουλος και μοχθηρός. Κάστρο είπανε να φτιάξουν να τον φυλακίσουνε, με γενναίους τοξοβόλους να τον ξεκληρίσουνε! Μάταιος, χαμένος κόπος και αγώνας άσκοπος, μικροσκοπικός ο δράκος ξεγλιστρούσε διαρκώς. Γύριζε μέσα στους δρόμους, στις δουλειές στα μαγαζιά. Ρίγη, πυρετό σκορπούσε, γέλαγε σαρκαστικά. Αφού είδαν και αποείδαν, κάλεσαν συμβούλιο για το θέμα συζητήσαν και στο κοινοβούλιο. Λύσεις εύκαιρες δεν είχαν, τι εχθρός ήταν κι αυτός! Τα οπλοστάσια είχε διαλύσει ένας κορονοϊός! Φόβος εσκίαζε την πόλη κι όλο έσφιγγε ο κλοιός, πανδημία προκαλούσε πια ο μικροσκοπικός. Μαγαζιά, γραφεία κλείσαν, τράπεζες κλειδώθηκαν, στα κονάκια και στα σπίτια διπλομανταλώθηκαν. Σκέφτηκαν την καραντίνα ως μια λύση έσχατη, λύση δύσκολη με ρίσκο ήταν όμως εφικτή. Ήσαν πάντως όλα ετούτα κόλπα μεσαιωνικά δεν ταιριάζουν στον αιώνα που μιλάς με κινητά! Όπως και να έχει ωστόσο έκαναν υπομονή, οι σοφοί διαβεβαίωναν πως η λύση δεν αργεί. Αφού εργοστάσια κλείσαν, τσιμινιέρες πάγωσαν, φρούτα, λάχανα κι εκείνα στα χωράφια σάπισαν, πείνα, άγχος κι αγωνία έκαναν εμφάνιση, υπενθύμιζαν σε όλους πως η μάχη είν’ άνιση. Ήταν μάθημα μεγάλο για όλους ο κορονοϊός, η απληστία των ανθρώπων είναι σύμβουλος κακός. Χρόνια λιώνουνε οι πάγοι και τα δάση καίγονται, το νερό και ο αέρας άσχημα ρυπαίνονται. Άνθρακες και εξορύξεις την πληγώνουνε τη γη και τους πόλεμους φουντώνουν να σκοτώνονται οι λαοί. Με καταστροφή, σπατάλη, μαύρη εκμετάλλευση το οικοσύστημα φωνάζει: «Θα βαρέσω διάλυση!». Μα του κάκου, ποιος να ακούσει; Όλοι μοιάζουνε κουφοί, το οικοσύστημα θυμούνται μόνο σαν φανούν ιοί κι αν περίεργα παθογόνα πλημμυρίσουνε τη γη. Κάπως έτσι έχει γίνει και ετούτη τη φορά και η πανδημία χτυπάει πολιτείες και χωριά. Πέρασαν πολλά φεγγάρια και καμπόσα τέρμινα, οι ανθρώποι απελπισμένοι ψάχνουν λύση στο αίνιγμα. Λεγεώνες βιολόγων και στρατιές από γιατρούς σ’ εργαστήρια κλεισμένοι μελετούσαν τους ιούς. Το εμβόλιο ζητούσαν, μια ασπίδα μαγική, που τον δράκο να σκοτώνει, να θριαμβεύει η ζωή! Κάποτε λοιπόν το βρήκαν κι όλοι αγαλλίασαν! Σπίτια κι αγκαλιές άνοιξαν και σαμπάνιες έρευσαν! Μονομιάς ελευθερία πάλι εβασίλεψε, τέλος μαγικό κι ωραίο και ποιος δεν το ζήλεψε; Μα αυτή την ιστορία σεις θα την τελειώσετε και σκεφτείτε και λιγάκι τι γη θα παραδώσετε…
ΑΒΡΑΑΜ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου